жаловать - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

жаловать - translation to ρωσικά


жаловать      
уст.
1) ( кого-либо чем-либо ) octroer qch à qn , gratifier , conférer qch à qn
2) ( оказывать внимание, уважать ) être bienveillant pour qn
прошу любить и жаловать - je vous prie d'aimer et d'estimer
не жаловать кого-либо - ne pas être bienveillant pour qn
3) ( к кому-либо ) arriver , visiter
confèrer les ordres militaires      
- жаловать военные ордена
conférer des titres de noblesse      
- жаловать дворянские титулы

Ορισμός

жаловать
несов. перех. и неперех.
1) разг. перех. Любить, проявлять расположение к кому-л., чему-л.
2) устар. Награждать чем-л., дарить что-л.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για жаловать
1. - Только тупица может не жаловать молодое поколение!
2. - А кто же, если серьезно, имеет право жаловать дворянство, титулы?
3. Поставили всех перед фактом: просим любить и жаловать.
4. А еще они любят жаловать с накачанного плеча на церкви.
5. Избирателям же Красноармейского проспекта есть, за что не жаловать власть.